Φέρτε στο νου σας μια κλασική εικόνα ελληνικού καλοκαιριού: ηλιοβασίλεμα στη θάλασσα, σοκάκια σε νησιά, θερινά σινεμά, υπαίθρια μπαρ ή ό,τι άλλο σας ξυπνάει όμορφες αναμνήσεις. Τοποθετήστε τώρα σε αυτό το σκηνικό μια γυναικεία φιγούρα. Πώς θα είναι ντυμένη; Κατά πάσα πιθανότητα με ένα αέρινο σύνολο, σανδάλια, κρίκους στα αφτιά, μακριά κολιέ, ίσως κι ένα μεγάλο ψάθινο καπέλο ή τουρμπάν στα επιμελώς ατημέλητα μαλλιά της. Με ένα μποέμ look με λίγα λόγια. Που όλες οι γυναίκες αγαπούν και μεγάλοι σχεδιαστές το αποθεώνουν.
Το στυλ μποέμ δεν περιορίζεται βεβαίως στην παραπάνω περιγραφή. Εκφράζεται με ποικίλους τρόπους, ανάλογα με την επιρροή –από τους τσιγγάνικους φραμπαλάδες και τα ανατολίτικα πολύχρωμα μεταξωτά μέχρι το φολκλόρ διαφορετικών πολιτισμών- και την εποχή – αλλιώς το εξέφρασαν οι επαναστατημένοι Αμερικάνοι χίπις, διαφορετικά οι εκπρόσωποι της μποέμ κοινότητας του Swinging London ή τα μέλη του διεθνούς τζετ σετ. Όλοι, ωστόσο, είχαν κοινή αφετηρία: το ελεύθερο πνεύμα που κυριαρχεί στην μποέμ κουλτούρα.
Η λέξη η ίδια προδίδει την καταγωγή του κινήματος: τη Γαλλία, όπου η λέξη «bohème» παρέπεμπε στους τσιγγάνους -Ρομά σήμερα- που τότε θεωρούνταν ότι κατάγονταν από τη Βοημία – εκτεταμένη περιοχή της Τσεχίας. (Παρανόηση που οφείλεται στο ότι ερχόμενοι από την Ινδία μέσω Βυζαντίου εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη χάρη σε έγγραφα που τους χορήγησε στις αρχές του 1400 ο βασιλιάς της Βοημίας Σιγισμούνδος -Αυτοκράτωρ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους- προκειμένου να σωθούν από την οθωμανική επέλαση).
Αυτοί οι ανέμελοι, απαλλαγμένοι από κοινωνικές συμβάσεις άνθρωποι που σύχναζαν στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα ενέπνευσαν στις αρχές του 19ου αιώνα την καλλιτεχνική κοινότητα του Παρισιού. Συγγραφείς και ποιητές, ζωγράφοι και ηθοποιοί, αλλά και αριστοκράτες τυχοδιώκτες έλκονταν από την ελευθερία τους, την έφεση στις απολαύσεις, την απαξίωση των ανέσεων, αναζητώντας τα και οι ίδιοι, όχι βεβαίως μέσα από τον συγχρωτισμό μαζί τους, αλλά μιμούμενοι τον τρόπο ζωής και την εμφάνισή τους.
Όλο αυτό το αναπαριστά με χιούμορ στις Σκηνές μποέμικης ζωής (Scenes de la vie de boheme, 1851) ο Henry Murger, βιβλίο από το οποίο εμπνεύστηκε την όπερα La bohème ο Giacomo Puccini, αλλά και ο King Vindor την ομώνυμη ταινία του 1926, με πρωταγωνιστές τους σταρ του βωβού κινηματογράφου Lillian Gish και John Gilbert. Υπάρχουν και άλλες τέσσερις κινηματογραφικές εκδοχές του: Mimi του Paul L. Stein με την Gertrude Lawrence και τον Douglas Fairbanks Jnr. (1935), La vie de bohème του Marcel L’Herbier (1945), η ομώνυμη του Aki Kaurismaki (1990) και Rent του Jonathan Larson (1996).
Και αν οι μποέμ του Παρισιού ενσωμάτωσαν με μέτρο κάποια τσιγγάνικα στοιχεία στην ενδυμασία τους, οι κατά κάποιον τρόπο μιμητές τους της δεκαετίας του ’60 μετατράπηκαν σε πολύχρωμα πουλιά. Οι Αμερικάνοι χίπις, εμπνευσμένοι από το λογοτεχνικό κίνημα των μπίτνικ που εμφανίστηκε μια 20ετία περίπου πριν, στα τέλη του ’40, ως αντίδραση στον κομφορμισμό και την αλλοτρίωση της κοινωνίας, έδωσαν μια πιο επαναστατική μορφή στο μήνυμά του, αμφισβητώντας κοινωνικές δομές και πολιτικές και απαιτώντας αδελφότητα με όρους ανατολίτικων φιλοσοφιών, σεξουαλική απελευθέρωση, απενοχοποίηση των απαγορεύσεων… Και όλα αυτά με «σημαία» την ενδυμασία τους, πολύχρωμη και εκκεντρική, επηρεασμένη εμφανώς από το έθνικ και το φολκλόρ.
Η μόδα, που έχει ισχυρά αντανακλαστικά, έλαβε το μήνυμα και ταχύτατα υιοθέτησε το πνεύμα, εξελίσσοντας σχεδιαστικά το στυλ των «Παιδιών των λουλουδιών», που βρήκε αποδέκτες σε μεγάλο εύρος της κοινωνίας. Στην πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή του αυτό εκφράστηκε από διάσημους καλλιτέχνες, ανθρώπους στην πρώτη γραμμή της μόδας (Yves Saint Laurent), φωτεινούς εκπροσώπους του διεθνούς τζετ σετ (Talitha Getty). Πολύχρωμες κελεμπίες, εκκεντρικά τουρμπάν, εντυπωσιακά κοσμήματα, πλούσιοι φραμπαλάδες και χαλαρά αξεσουάρ βρήκαν τη θέση τους ακόμα και στα ατελιέ υψηλής ραπτικής, διατηρώντας όμως πάντα, παρά το στυλιζάρισμα του look, την ανεμελιά και την ελευθερία που ανέκαθεν συμβόλιζε.